Τι πρέπει να είμαστε με τα παιδιά μας; Γονείς, φίλοι ή και τα δύο;

26 Οκτωβρίου 2018

Ακούμε συχνά γονείς να λένε για τα παιδιά τους «εμείς είμαστε οι καλύτεροι φίλοι», «εμένα το παιδί μου μου τα λέει όλα», «έχουμε φιλική σχέση και δε μαλώνουμε ποτέ» και άλλα παρόμοια. Ποιο είναι αλήθεια το νόημα πίσω από αυτές τις δηλώσεις; Τι σημαίνουν αυτά για το γονιό, για το παιδί και τη σχέση τους; Τι σημαίνει ο γονιός να έχει το ρόλο του «φίλου» και πώς αυτό επηρεάζει τη συναισθηματική ασφάλεια του παιδιού, τον τρόπο που αλληλεπιδρούν, τα όρια, τη λήψη αποφάσεων και τη δυναμική της οικογένειας;

 

Ας σκεφτούμε για λίγο τα χαρακτηριστικά μιας φιλίας. Η φιλία είναι μια σχέση που χαρακτηρίζεται από ισοτιμία, εμπιστοσύνη, αμοιβαία υποστήριξη, αγάπη. Και ακριβώς επειδή είναι πολύτιμα αυτά που η φιλία έχει να προσφέρει στη συναισθηματική και κοινωνική ανάπτυξη ενός παιδιού,  με μια πρώτη ανάγνωση είναι κατανοητό ότι πολλοί γονείς επιθυμούν να διατηρούν μια «φιλική» σχέση με τα παιδιά τους. Τι πιο όμορφο οι γονείς να ακούν, να κατανοούν, να μην κρίνουν, να υποστηρίζουν το παιδί; Αναντίρρητα, μια ποιοτική, ουσιαστική σχέση γονιού-παιδιού έχει ορισμένα χαρακτηριστικά μιας φιλικής σχέσης. Το ερώτημα όμως είναι αν αυτά είναι κατάλληλα και  επαρκή ώστε να διασφαλίσουν ένα πλαίσιο που προσφέρει τη σιγουριά και τη συναισθηματική ασφάλεια που έχει ανάγκη ένα παιδί για να μπορέσει να εμπιστευτεί τον εαυτό του και τους άλλους και να είναι ψυχικά ισορροπημένο. Ο βασικός ρόλος του γονιού είναι η φροντίδα και ανατροφή του παιδιού, ένα έργο απόλυτα  συνυφασμένο με την έννοια της ευθύνης. Δεν πρόκειται για μια σχέση ισότιμη, αφού πολλές φορές ο γονιός είναι απαραίτητο να ασκήσει έλεγχο και να πάρει αποφάσεις εκ μέρους του παιδιού.  Τα παιδιά χρειάζονται σαφή όρια, κανόνες και ένα σταθερό περιβάλλον, όπου οι ρόλοι και οι ευθύνες είναι ξεκάθαρα.

 

Προκειμένου να απέχουν από ένα μοντέλο ανατροφής που βασίζεται στην αυταρχικότητα, τον έλεγχο, την εξουσία,  κάποιοι γονείς επιλέγουν ένα καθόλα φιλικό, συνήθως ιδιαίτερα επιτρεπτικό και με συγκεχυμένα όρια μοντέλο. Σε αυτό το σημείο, θα ήταν  διαφωτιστικό να αναρωτηθούμε για τις ανάγκες και τα κίνητρα (συνειδητά αλλά κυρίως ασυνείδητα) του γονιού που υιοθετεί μια τέτοια στάση. Είναι η ανάγκη του να είναι κοντά με το παιδί; Είναι η ανάγκη του το παιδί να τον εμπιστεύεται και να μοιράζεται «τα πάντα» μαζί του; Είναι η ανάγκη του να έχει έλεγχο στη ζωή του παιδιού;  Είναι η ανάγκη του να αποφεύγει τις συγκρούσεις και να είναι αρεστός; Είναι η ανάγκη να έχει ο ίδιος ο γονιός ένα φίλο-αποκούμπι; Ή μήπως είναι η ανάγκη του να ξεχνά τις εντάσεις με το σύντροφο/ σύζυγο ή να καλύπτει τα συναισθηματικά του κενά;  Πολλές φορές, οι γονείς προβάλλουν στα παιδιά δικές τους ανεκπλήρωτες επιθυμίες και χωρίς να έχουν την πρόθεση τα βάζουν στο ρόλο του παρηγορητή, εξομολόγου, του ρυθμιστή των συναισθηματικών εντάσεων και συγκρούσεων της οικογένειας μέσα από τη «φιλική» σχέση που έχουν μαζί τους. Αυτό τείνει να συμβαίνει όταν υπάρχει κάποιου είδους δυσλειτουργία στο οικογενειακό περιβάλλον, όταν οι σχέσεις των γονιών είναι συγκρουσιακές ή απόμακρες ή όταν απουσιάζει ο ένας εκ των δυο γονιών. Έτσι,  δημιουργείται ένας συνασπισμός του ενός γονέα με το παιδί που μπορεί να πάρει τη μορφή μιας «φιλικής» σχέσης μέσα στην οποία τα όρια δεν είναι διακριτά και οι ρόλοι συγχέονται. Οι γονείς σε αυτή την περίπτωση μπορεί να μοιράζονται με τα παιδιά προβλήματα και μυστικά που το παιδί δε μπορεί να αντέξει, παγιδεύοντάς τα σε «συμμαχίες» που διαταράσσουν τη συναισθηματική τους ισορροπία (Bowen, 1978).   

 

Αυτό, επιπλέον, ενέχει τον κίνδυνο να διαμορφωθεί μια συγχωνευτική, αδιαφοροποίητη συγκυτιακή σχέση με το παιδί, η οποία αποτελεί τροχοπέδη στην ανάπτυξη της αίσθησης ενός «ξεχωριστού» απαρτιωμένου εαυτού, και υποσκάπτει την αυτονομία του παιδιού. Το βρέφος πράγματι έχει ανάγκη την προσκόλληση αυτού του είδους διότι εξαρτάται απόλυτα από τη μητέρα ή το άτομο που έχει αναλάβει τη φροντίδα του και δίχως αυτήν θα ήταν αδύνατο να επιβιώσει (Bowlby, 1988). Σταδιακά, όμως, αποχωρίζεται το πρόσωπο φροντίδας και κατακτά δεξιότητες που διευκολύνουν την πορεία του προς την αυτονόμηση και το χτίσιμο ενός εαυτού που μπορεί να υπάρξει ξεχωριστά. Αυτό, λοιπόν, που διευκολύνει την υγιή ανάπτυξη του παιδιού είναι να μπει σε μια διεργασία «διαφοροποίησης» από τους γονείς, που σχετίζεται με την επίγνωση ότι τα συναισθήματα, οι πεποιθήσεις και οι ρόλοι του είναι συνάρτηση δικών του επιλογών παρά προσδοκιών και προβολών των γονιών του (Bowen, 1978).  

 

Συμβουλές

Κλείνοντας, θα ήταν χρήσιμο να υπογραμμίσουμε ότι αυτό που έχει πρωταρχική σημασία είναι η ποιότητα του δεσμού που έχει ο γονιός με το παιδί, η ουσιαστική επαφή μεταξύ τους με γνώμονα πάντα την ικανοποίηση των συναισθηματικών και άλλων αναγκών του παιδιού.  
                
Να θυμάστε

Είναι εφικτό να έχετε μια σχέση εγγύτητας και εμπιστοσύνης με το παιδί και ταυτόχρονα να παρέχετε την οριοθέτηση που είναι απαραίτητη για την ψυχική του ανάπτυξη. Με τον τρόπο αυτό του προσφέρετε τη δυνατότητα να νιώσει αποδοχή αλλά και ασφάλεια.
Να παρατηρείτε τις δικές σας ανάγκες, προσδοκίες και συναισθήματα.  Αυτή η επίγνωση θα σας βοηθήσει να μην προβάλλετε στο παιδί το δικό σας ψυχικό φορτίο, αγνοώντας τι είναι σημαντικό για το ίδιο. Για παράδειγμα, όταν παρατηρείτε ότι θέλετε να εκμυστηρευτείτε στο παιδί πράγματα που σας συμβαίνουν και σας δυσκολεύουν, κάντε ένα εσωτερικό διάλογο και αναρωτηθείτε τι πραγματικά έχετε ανάγκη εκείνη τη στιγμή και τι θα ωφελήσει το παιδί. Όταν, από την άλλη, βλέπετε ότι το παιδί έχει ανάγκη να μοιράζεται «τα πάντα» μαζί σας, σκεφτείτε τι μπορεί να σημαίνει αυτό και τι μήνυμα σας δίνει. Προστατεύστε το παιδί από το να λειτουργεί σαν παρηγορητής ή εξομολόγος.
Να ακούτε το παιδί, να είστε παρόν/ παρούσα ενώ του αφήνετε χώρο να σας προσεγγίσει όποτε και όπως επιθυμεί. Είναι σημαντικό να αισθάνεται ότι έχει την αγάπη και υποστήριξή σας με τρόπο που να μην παρεμποδίζει την ανεξαρτησία του. Ενθαρρύνετε την αυτονόμησή του είτε με το να αποσύρεστε όπου αυτό χρειάζεται είτε με το να του προσφέρετε ανάλογες ευκαιρίες.
Είναι σημαντικό να δημιουργεί φιλίες με παιδιά της ηλικίας του καθώς αυτό βοηθά στην κοινωνικοποίησή του και το διευκολύνει να αναπτύξει πολύτιμες διαπροσωπικές δεξιότητες.
Παραμείνετε στο ρόλο σας ως γονείς και δράστε με γνώμονα την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού ακόμα και αν αυτό κάποιες φορές μπορεί να δημιουργήσει προσωρινές ρήξεις στη σχέση σας με το παιδί. Έτσι, του μαθαίνετε ότι οι συγκρούσεις δεν είναι κάτι καταστροφικό αλλά αναπόσπαστο κομμάτι των σχέσεων ενώ δίνετε και στους δυο σας την ευκαιρία να βιώσετε τη συναισθηματική πληρότητα που φέρνει η «επανασύνδεση» που ακολουθεί.  

 

Για οποιαδήποτε περαιτέρω πληροφορία ή διευκρίνιση,  μπορείτε να καλέσετε στην «Ευρωπαϊκή Γραμμή Υποστήριξης Παιδιών 116111»  ώστε να συζητήσετε με έναν ψυχολόγο όλα αυτά που μπορεί να σας απασχολούν σε σχέση με το παιδί σας.


ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ackerman, N. J. (1984).A theory of family systems. New York: Gardner Press.

Bowen, M. (1978). Family therapy in clinical practice. Jason Aronson, New York

Bowlby, J. (1988). A secure base: Parent-child attachment and healthy human development. New York: Basic Books.