Πως σταματάμε τις βρεφικές συνήθειες;
«Ο Γιώργος ηλικίας 4 ετών θέλει να βάζει το δάχτυλό του συνέχεια στο στόμα. Το πιπιλάει όταν πέφτει για ύπνο και νανουρίζεται. Το βάζει στο στόμα του όταν παίζει με τα παιχνίδια του και ξεχνιέται. Το βάζει όταν διαφωνεί με τους γονείς του και προσπαθεί να διαχειριστεί τον θυμό του».
Πολλές φορές τα παιδιά, διατηρούν στην καθημερινότητά τους συνήθειες οι οποίες αφορούν ηλικία μικρότερη από τη δική τους. Για ποιους λόγους λοιπόν ένα παιδί διατηρεί μια συνήθεια που φαίνεται να μην ασκεί κάποια λειτουργία στην αναπτυξιακή φάση που βρίσκεται;
Σε αυτό το σημείο θα πρέπει να διαχωρίσουμε την κατάσταση όπου μια βρεφική συνήθεια έχει εδραιωθεί στη συμπεριφορά του παιδιού μας από τη φυσιολογική διαδικασία της παλινδρόμησης σε κάποιο πρώιμο αναπτυξιακό στάδιο. Είναι φυσιολογικό, για παράδειγμα, να παρατηρήσουμε ένα παιδί το οποίο έχει πρόσφατα αποθηλάσει ή έχει σταματήσει τη χρήση της πιπίλας να αρχίσει να βάζει το χέρι του στο στόμα χρησιμοποιώντας το ως αντικατάστατο της θηλής ή της πιπίλας.
Το μεταβατικό λοιπόν στάδιο από μια αναπτυξιακή φάση στην επόμενη συχνά εμπεριέχει συνήθειες οι οποίες είναι μη λειτουργικές, κοινωνικά μη αποδεκτές και κάποιες φορές ανθυγιεινές όπως η ονυχοφαγία, το πιπίλισμα του δακτύλου και το τράβηγμα των μαλλιών. Η παρουσία τέτοιων συνηθειών στη συμπεριφορά των παιδιών συχνά γεμίζει με άγχος τους γονείς και τους γεννά την ανησυχία αν αυτή η συνήθεια θα παραμείνει και για πόσο. Τις περισσότερες φορές τέτοιου είδους συνήθειες υποχωρούν από μόνες τους όταν το παιδί ανακαλύπτει σταδιακά πιο λειτουργικούς τρόπους να διαχειριστεί το άγχος του, το θυμό του, τους φόβους του ή και την ανία που μπορεί να βιώνει. Εμείς αρκεί να δώσουμε στο παιδί τον απαραίτητο χρόνο παρέχοντας του συνάμα ένα ασφαλές και ήρεμο περιβάλλον για να αναπτυχθεί φυσιολογικά.
Άλλοι παράγοντες που μπορεί να σχετίζονται με την εμφάνιση μιας βρεφικής συνήθειας είναι οι σημαντικές αλλαγές που μπορεί να υπάρχουν στο οικογενειακό περιβάλλον. Αν έχει υπάρξει κάποια σημαντική αλλαγή στη σύσταση της οικογένειας όπως θάνατος οικείου προσώπου, διαζύγιο, μετακόμιση ή έλευση νέου μέλους, μια τέτοια αλλαγή είναι ικανή από μόνη της να παλινδρομήσει το παιδί μας σε μια βρεφική συνήθεια ή και να το καθηλώσει αντίστοιχα σε μια τέτοια ανεπιθύμητη συμπεριφορά.
Μελετώντας πολλές από τις βρεφικές συνήθειες θα διαπιστώσουμε πως έχουν τη βάση τους στην ικανοποίηση μίας σωματικής ή ψυχικής ανάγκης του παιδιού. Ας φέρουμε το παράδειγμα της αγκαλιάς. Βασικές λειτουργίες της αγκαλιάς είναι αφενός η μεταφορά ενός βρέφους που δεν μπορεί να μετακινηθεί μόνο του και αφετέρου η έκφραση συναισθημάτων στοργής και τρυφερότητας με τα οικεία και αγαπημένα πρόσωπα.
«Η Κατερίνα 4 ετών ζητά επιτακτικά την αγκαλιά της μαμάς ή του μπαμπά όταν είναι στο σπίτι ακόμα και στη βόλτα ή όταν βρίσκεται σε ένα καινούριο περιβάλλον. Όταν δεν παίρνει αυτό που θέλει ξεσπάει σε σπαρακτικά κλάματα. Οι γονείς της είναι απεγνωσμένοι καθώς εκτός από τη κούραση που τους προκαλεί η συνεχής συνδιαλλαγή μαζί της έχουν να φροντίσουν και το 6 μηνών αδερφάκι της». Σε αυτό το παράδειγμα η Κατερίνα εκφράζει τόσο έντονα την επιθυμία της για αγκαλιά όσο όταν ήταν ένα απροστάτευτο μωρό. Σε αυτό το σημείο υπεισέρχεται η ευθύνη των γονιών οι οποίοι καλούνται να βάλουν όρια στην παράλογη απαίτηση της Κατερίνας καλύπτοντας όμως επαρκώς την ανάγκη της για σωματική επαφή και συναισθηματικό μοίρασμα με έναν τρόπο όμως ώριμο που αρμόζει στην ηλικία της τετράχρονης Κατερίνας.
Μη ξεχνάμε ωστόσο πως και οι ενήλικες διατηρούμε βρεφικές συνήθειες όταν βρισκόμαστε σε έντονο άγχος ή στρες. Η ονυχοφαγία ή το τρίξιμο των δοντιών είναι κάτι που παρουσιάζεται αρκετά συχνά σε ενήλικες, αν και στην πραγματικότητα αφορά μια παιδική συνήθεια.
Το ζητούμενο λοιπόν είναι να ακούσουμε καλά ποια είναι η ανάγκη του παιδιού μας τη δεδομένη στιγμή που επιλέγει να συμπεριφέρεται σαν μωρό. Το να θέσουμε αυστηρούς κανόνες και απαγορεύσεις είναι κάτι που πιθανόν θα προκαλέσει αισθήματα απόρριψης και ματαίωσης στο παιδί μας φέρνοντας τις περισσότερες φορές τα αντίθετα αποτελέσματα. Είναι προτιμότερο εκείνη τη στιγμή να ενσκύψουμε στην βαθύτερη ανάγκη του παιδιού μας καλύπτοντάς την, προσφέροντας ίσως και κάποιες πρακτικές λύσεις στη δυσκολία του.
Αν ακούσουμε προσεκτικά την εσωτερική φωνή του παιδιού μας τις περισσότερες φορές θα το ακούσουμε να λέει «βαριέμαι» ή «θέλω την προσοχή σου» ή «δεν μπορώ να διαχειριστώ τα συναισθήματά μου». Εκεί χρειάζεται η σωστή δική μας διερεύνηση και αναλόγως με την ανάγκη που εκφράζει να προσφέρουμε μια αγκαλιά, να δώσουμε την απαιτούμενη προσοχή σε αυτό που ζητάει και να αφιερώσουμε λίγο ποιοτικό χρόνο μαζί του για επικοινωνία ή κάποια δραστηριότητα.
Συνοψίζοντας λοιπόν τα παραπάνω, όταν εμφανίζει κάποια βρεφική συνήθεια το παιδί μας:
● Παραμένουμε ψύχραιμοι.
● Εξηγούμε με ηρεμία γιατί η συγκεκριμένη συμπεριφορά δεν είναι επιθυμητή και λειτουργική.
● Δίνουμε τον απαραίτητο χρόνο.
● Προσπαθούμε να αντιληφθούμε την βαθύτερη ανάγκη που εκφράζει πίσω από τη συμπεριφορά του.
● Ανταποκρινόμαστε στην ανάγκη του αναλόγως με το ποια είναι αυτή, είτε με σωματική επαφή, είτε αφιερώνοντας χρόνο μαζί του και δίνοντας την προσοχή μας, είτε προτείνοντας κάποια δραστηριότητα.
● Ζητάμε τη συμβουλή ειδικού ψυχικής υγείας όταν η συμπεριφορά του καταντά επιζήμια για τη σωματική και ψυχική του υγεία και παραμένει για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Για οποιαδήποτε περαιτέρω πληροφορία ή διευκρίνιση μπορείτε να καλέσετε στην «Ευρωπαϊκή Γραμμή Υποστήριξης Παιδιών 116111» ώστε να συζητήσετε με έναν ψυχολόγο όλα αυτά που μπορεί να σας απασχολούν σε σχέση με το παιδί σας.
Βιβλιογραφία
D.W. WINNICOT (2003) Διαδικασίες ωρίμανσης και διευκολυντικό περιβάλλον. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα